Η παρούσα έρευνα έχει ως σκοπό να διερευνήσει το ρόλο της αυτοεκτίμησης και του συνδυασμού της με δημογραφικές και εργασιακές μεταβλητές ως ενισχυτικού παράγοντα για την επίδοση στη διδασκαλία ενηλίκων με χαμηλό μορφωτικό και κοινωνικό επίπεδο. Στην έρευνα έλαβαν μέρος 80 εκπαιδευόμενοι του Σχολείου Δεύτερης Ευκαιρίας Μυτιλήνης, ηλικίας 18-50 ετών. Οι συμμετέχοντες συμπλήρωσαν εθελοντικά την Κλίμακα Αυτοεκτίμησης (Παπάνης, 2004) και έλαβαν μέρος σε ημιδομημένη συνέντευξη σχετικά με τις στάσεις τους απέναντι στο Σχολείο Δεύτερης Ευκαιρίας και την εκπαίδευση γενικότερα. Οι απαντήσεις τους συσχετίστηκαν με πέντε τύπους αυτοεκτίμησης και την επίδοση των εκπαιδευομένων στα μαθήματα-γραμματισμούς. Βρέθηκε ότι η χαμηλή αυτοεκτίμηση παρουσιάζει αρνητική συσχέτιση με τη σχολική επίδοση. Τα οικογενειακά και κοινωνικά δίκτυα καθορίζουν τόσο την αυτοεκτίμηση όσο και την ποιότητα της φοίτησης. Το είδος επαγγελματικής απασχόλησης δρα καταλυτικά στην αυτοεικόνα, αλλά δεν επηρεάζει σε στατιστικώς σημαντικό βαθμό τη σχολική επίδοση.

«Η αυτοεκτίμηση, οι αρχές διδασκαλίας και τα δημογραφικά χαρακτηριστικά των εκπαιδευομένων ως παράγοντες ενίσχυσης της μαθησιακής επίδοσης ενηλίκων χαμηλού μορφωτικού επιπέδου στο Σχολείο Δεύτερης Ευκαιρίας Μυτιλήνης». Παπάνης, Ε. & Ρουμελιώτου, Μ. (2005). Παιδαγωγικό Βήμα Αιγαίου, 58, σσ. 43-68.

Μπορείτε να κάνετε παραπομπή στην εργασία σύμφωνα πάντα με την ακαδημαϊκή δεοντολογία